Paralytikos

Κυριακή Παραλύτου

«Σήκω ἐπάνω, πᾶρε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτα»

Αὐτὸ ποὺ χρόνια τώρα καρτεροῦσε, τοῦ δινόταν ἔτσι ἀπροσδόκητα, σὲ μιὰ στιγμή, ἐντελῶς διαφορετικὰ ἀπ’ ὅ,τι τὸ περίμενε. Ὁ παραλυτικὸς ὑπακούει χωρὶς ἐπιφύλαξη. Καὶ μὲ τὴ στάση του μᾶς δίνει ἕνα θαυμάσιο πρότυπο γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ δεχόμαστε τὶς «παράδοξες» ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Θὰ μποροῦσε ἴσως νὰ σκεφθεῖ: «Ἐγὼ δὲν μπορῶ νὰ γυρίσω στὸ κρεβάτι μου καὶ θὰ τὸ πάρω στὸν ὦμο μου;». Σπεύδει ὅμως νὰ ὑπακούσει, νὰ σηκωθεῖ καὶ νὰ περπατήσει. Καὶ πάνω στὴν προσπάθεια πῆρε τὴ δύναμη γιὰ νὰ τὸ πραγματοποιήσει.
Πολλὲς φορὲς ὁρισμένες ἐντολὲς τοῦ Κυρίου ἠχοῦν κάπως παράδοξα μέσα μας. Τὸ λογικό μας, ἡ ἁμαρτωλὴ καρδιά μας, δυσκολεύονται νὰ τὶς ἀποδεχθοῦν. Ὅμως παρὰ τὸν πρῶτο δισταγμό μας, ἂς φροντίζουμε νὰ τὶς ἐκτελοῦμε μὲ ἐμπιστοσύνη. Καὶ πάνω στὴν προσπάθεια ὁ Θεὸς θὰ μᾶς δίνει, σὰν ἐπιβράβευση τῆς πίστεώς μας, τὴ δύναμη ποὺ ἀπαιτεῖται.
Κάποιες ἐντολὲς τοῦ Κυρίου στὸ πρῶτο ἄκουσμα ξενίζουν: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς…», μᾶς λέει. Μὰ πῶς μπορεῖ νὰ γίνει αὐτό; ἀναρωτιώμαστε. «Ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ», τονίζει ὁ Κύριος. Ὄχι δολιότητες, ὄχι παραποιήσεις, ὄχι ψέματα. «Ναί, ἀλλά… στὴ σημερινὴ κοινωνία κάτι τέτοιο εἶναι δυνατό; μουρμουρίζουμε μὲ δισταγμό. Σήμερα τὸ ψέμα ἔχει γίνει καθεστός». Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἀκούγεται καθαρός, παραμένει σαφὴς στὸ Εὐαγγέλιο. Συχνὰ ὅμως φαίνεται «παράξενος» γιὰ τὴ νοοτροπία μας, ἀκατόρθωτος, ἀπαράδεκτος στὶς δικές μας συνθῆκες ζωῆς. Ἡ καρδιά μας εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἐπιφυλάξεις γιὰ τὴ δυνατότητα ἐφαρμογῆς του.
Ἐδῶ ὅμως θὰ κριθεῖ ἡ ὑπακοή μας στὸ Χριστό. Ἂν ἀρχίζουμε τὰ «μὰ» καὶ τὰ «ἀλλά», θὰ παραμένουμε παράλυτοι στὸ κρεβάτι τῆς ἀντιπάθειας, τῆς ἀνειλικρίνειας, τῆς χαλαρότητας, τῆς ἁμαρτίας. Ἂν ὅμως πρόθυμα ὑπακοῦμε τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἐκτελοῦμε, θὰ παίρνουμε δύναμη ἐξ ὕψους καὶ θα βλέπουμε τὰ «ἀδύνατα» νὰ γίνονται δυνατά.

***
Ἐπίσης, προκειμένου νὰ ἐκτελέσει τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ, ἀδιαφόρησε γιὰ τὰ σχόλια τοῦ κόσμου. «Εἶναι Σάββατο» παρατηροῦν οἱ γύρω, «δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται νὰ μεταφέρεις τὸ κρεβάτι σου». Παρανομεῖς, κάνεις κάτι ποὺ εἶναι ἀντίθετο στὸ Νόμο καὶ τὰ ἔθιμα. Ἀπαγορεύεται σήμερα νὰ κάνουμε τέτοιες δουλειές. Ὅμως ὁ πρώην παραλητικὸς σφίγγοντας τὸ κρεβάτι ἀπαντᾶ σταθερά. «Δὲν ξέρω τί λέτε σεῖς, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ μ’ ἔκανε ὑγιή, ἐκεῖνος μοῦ εἶπε «σήκωσε τὸ κρεβάτι σου καὶ περπάτησε». Καὶ ἀσφαλῶς τὰ λόγια ποὺ εἶχαν τὴ δύναμη νὰ μὲ λυτρώσουν ἀπὸ μιὰ μακροχρόνια ἀρρώστια ἔχουν περισσότερο κῦρος ἀπὸ τὶς γνῶμες τὶς δικές σας».
Τὴν ἴδια ἀπάντηση ἂς δίνουμε κι ἐμεῖς, σ’ αὐτοὺς ποὺ στὶς σαφεῖς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου μᾶς ἀντιτάσσουν τοὺς νόμους τῆς «ὀρθῆς» λογικῆς, τοῦ κοινωνικοῦ ἐθιμικοῦ. Ἐφόσον τὸ εἶπε Ἐκεῖνος, στὸν ὁποῖο ὀφείλω τὴν ψυχική μου ὑγεία καὶ σωτηρία, δὲν μ’ ἐνδιαφέρει τί λένε οἱ θεωρίες σας περὶ ζωῆς καὶ κοινωνικότητος.
Πιθανῶς νὰ μᾶς παρακινεῖ ὁ προϊστάμενός μας, νὰ μᾶς συμβουλεύει ὁ συγγενὴς μας. Χώρια τὴν ἔχουμε τὴν ψυχή μας!  «Δεῖ πειθαρχεῖν Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις». Κριτήριο καὶ κανόνας τῆς ζωῆς μου εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἡ γνώμη τοῦ Α καὶ τοῦ Β. «Ὁ ποιήσας με ὑγιῆ, ἐκεῖνός μοι εἶπεν…». Αὐτὸς ποὺ μοῦ χάρισε τὸ πᾶν, Αὐτὸς τὸ προστάζει. Αὐτὸς εἶναι ἡ αὐθεντία γιὰ τὴ ζωή μου καὶ ὄχι ἡ ἐπισφαλὴς δική μου κρίσις καὶ τὸ «τί θὰ πεῖ ὁ κόσμος»-ποὺ ξέρουμε δά, τί λέει καὶ τί κάνει.
Εἶναι ζήτημα εὐγνωμοσύνης κι ἐμπιστοσύνης στὸν Εὐεργέτη μας Χριστὸ νὰ ὑπακοῦμε πρόθυμα στὶς ἐντολές Του, ἀκόμη καὶ σ’ αὐτὲς ποὺ δὲν πολυκαταλαβαίνουμε ἀμέσως, παραμερίζοντας κάθε δισταγμό. Εἶναι ζήτημα συνεπείας καὶ συνέσεως νὰ βαδίζουμε ὅπως καὶ ὅπου προστάζει ὁ Κύριος, ἐκτελώντας μὲ χαρὰ κι ἐλπίδα ὅ,τι ὑποδεικνύει.