- Πληροφορίες
- Κατηγορία: Αξίζει να διαβάσεις
Θα σου δώσω ένα παράδειγμα για να καταλάβεις: Φαντάσου μια πόλη με πεντακόσιους χιλιάδες κατοίκους που αμαρτάνουν και μένουν αμετανόητοι. Εκεί ζει κι ένας που προσεύχεται με συντριβή «υπέρ των δικών του αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων» και παρακαλεί το Θεό να μη τους τιμωρήσει αλλά να μακροθυμήσει και να τους οδηγήσει στη μετάνοια. Σε βεβαιώνω ότι για το χατίρι του ο Θεός δεν τιμωρεί τις πεντακόσιες χιλιάδες!
Έτσι έγινε και με τον Μωυσή: Παρακάλεσε το Θεό να μη τιμωρήσει το λαό όταν έφτιαξαν και προσκυνούσαν το χρυσό μοσχάρι κι ο Θεός τον άκουσε. Αλλά και με τα Σόδομα: Ο Θεός κατέστρεψε την χώρα μόνο όταν έφυγε κι ο τελευταίος δίκαιος, ο Λωτ.
Η αγάπη των ανθρώπων του Θεού «πάντα στέγει», σκεπάζει δηλαδή τις ελλείψεις του άλλου και δεν τον ευτελίζει γι’ αυτές. Ψάχνει να βρει ελαφρυντικά. Κι όταν ακόμα δεν υπάρχουν, «κατασκευάζει» μερικά! Όπως ο Κύριος για τους σταυρωτές Του: «Πατέρα, συγχώρησέ τους, δεν ξέρουν τι κάνουν». Κι ο πρωτομάρτυρας Στέφανος: «Κύριε, μην τους υπολογίσεις αυτή την αμαρτία».
Αυτός είναι ο ρόλος μας μέσα στην κοινωνία: Όχι να καταδικάζουμε τους άλλους γύρω μας. Ούτε να δικαιολογούμε το κακό που συμβαίνει και πίσω απ’ αυτό, τα λάθη, τις αδυναμίες και τα ελαττώματά μας. Αλλά καταδικάζοντας την αμαρτία, να δικαιολογούμε και να βρίσκουμε ελαφρυντικά για τον αμαρτωλό. Και να προσευχόμαστε για την σωτηρία του που περνά μέσα από την συναίσθηση, την μετάνοια, την εξομολόγηση, την διόρθωση και τον αγώνα για την αρετή.
Και μη ξεχνάς: Αν ο Θεός δεν καταστρέφει τον κόσμο μας είναι γιατί δεν έπαψαν να υπάρχουν ακόμα τέτοιοι άνθρωποι ανάμεσά μας. Μη "φεύγεις", λοιπόν, γιατί σε χρειαζόμαστε...
πΒ
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: Αξίζει να διαβάσεις
Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε με στρεβλωμένο σώμα, ήταν ήπιας μορφής αυτιστικό παιδί. Στην ηλικία των δώδεκα ετών ήταν ακόμη στη Δευτέρα Δημοτικού κι έμοιαζε ανίκανος να μάθει. Η δασκάλα του τον φρόντιζε ιδιαίτερα. Ήταν πιστή κοπέλα, πραγματική ιεραπόστολος. Μία μέρα ο Αλέξανδρος την πλησίασε κουτσαίνοντας και της φώναξε «σ΄ αγαπώ κυρία».
Εν τω μεταξύ είχε φτάσει η άνοιξη κι όλα τα παιδιά μιλούσαν με ενθουσιασμό για το Πάσχα που θα ερχόταν. Η κυρία έδωσε σε καθένα από τα παιδιά ένα μεγάλο πλαστικό αυγό και τους είπε: «Θέλω να το πάρετε αυτό στο σπίτι σας κι αύριο να το φέρετε πίσω, αφού, όμως, βάλετε μέσα κάτι, που να δείχνει δημιουργία και νέα ζωή».
Το επόμενο πρωί είκοσι παιδιά ήρθαν στο σχολείο γελώντας και μιλώντας καθώς τοποθετούσαν τα αυγά τους στο μεγάλο καλάθι μπροστά στην έδρα της κυρίας τους. Σε λίγο ήρθε η ώρα, για να ανοίξουν τα αυγά.
Στο πρώτο η δασκάλα βρήκε ένα λουλούδι. «Ναι, το λουλούδι οπωσδήποτε είναι σημάδι νέας ζωής», είπε η δασκάλα και συνέχισε λέγοντας «Μπράβο Μαρία!» στη μαθήτρια, που εν τω μεταξύ είχε σηκώσει το χέρι της δηλώνοντας ότι το αυγό είναι δικό της.
Το επόμενο αυγό περιείχε μια πεταλούδα, η οποία, όμως, έδειχνε πολύ ζωντανή. Η δασκάλα σήκωσε το αυγό ψηλά: «Όλοι γνωρίζουμε, ότι η κάμπια αλλάζει και «μετασχηματίζεται» σε μια όμορφη πεταλούδα. Πράγματι, αυτό είναι νέα ζωή, επίσης» είπε η δασκάλα.
Μετά η δασκάλα άνοιξε το τρίτο αυγό. Τα έχασε. Τα αυγό ήταν άδειο. Σίγουρα θα είναι του Αλέξανδρου, σκέφτηκε. Σκεφτόταν τι έπρεπε να πράξει εκείνη τη στιγμή. Επειδή δεν ήθελε να τον ντροπιάσει, άφησε το αυγό στην άκρη και σήκωσε το χέρι για να πάρει άλλο. Ξαφνικά ο Αλέξανδρος πετάχτηκε. «Κυρία, δε θα πείτε τίποτα για το αυγό μου;».
Ταραγμένη η δασκάλα απάντησε: «Μα, μα Αλέξανδρε, το αυγό σου είναι άδειο!». Εκείνος την κοίταξε μέσα στα μάτια και της είπε με απαλή φωνή: «Ναι κυρία, μα και του Χριστού ο τάφος ήταν κι αυτός άδειος...».
Ο χρόνος σταμάτησε. Η δασκάλα προσπάθησε να συνέλθει. Λίγη ώρα μετά ρωτά τον Αλέξανδρο: «Εσύ ξέρεις γιατί ο τάφος ήταν άδειος;» κι εκείνος απαντάει: «Ναι, το Χριστό τον σκότωσαν και τον έβαλαν εκεί, όμως, μετά αναστήθηκε. Αυτό δε δείχνει τη νέα ζωή;».
Το κουδούνι για το διάλειμμα χτύπησε κι ενώ τα παιδιά έτρεχαν με ενθουσιασμό για την αυλή του σχολείου, η δασκάλα έκρυψε το πρόσωπό της. Και έκλαψε...
Τρεις μήνες αργότερα ο Αλέξανδρος έφυγε από τη ζωή...
Όσοι συμμετείχαν στην κηδεία του, είδαν με έκπληξη πάνω στο φέρετρό του είκοσι ...αυγά. Όλα ήταν άδεια. Σαν τον τάφο του Χριστού μας που ήταν άδειος, επειδή...
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
Είθε η παιδική, απλή και αφοπλιστική πίστη του Αλέξανδρου να αναπτυχθεί και στις δικές μας καρδιές!
πηγή: https://trelogiannis.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: Αξίζει να διαβάσεις
Το Πάσχα του Μεχμέτ Μπέη (ή ο κρυφός Χριστιανός)
Μία συγκλονιστική ιστορία από το Αναγνωστικό της Στ Δημοτικού του 1947
Είναι τρεις η ώρα μετά τα μεσάνυχτα και σπάνιοι οι διαβάτες στο δρόμο. Είναι οι τελευταίοι που γυρίζουν από την πρώτη Ανάσταση και πηγαίνουν βιαστικοί στα σπίτια τους.
Σε λίγο τίποτε πια δεν ακούεται και νεκρική σιγή βασιλεύει σ’ όλη την τούρκικη συνοικία του Ηρακλείου.
Ξαφνικά, ανοίγει αθόρυβα η αυλόπορτα ενός μεγάλου σπιτιού και προβάλλει ανθρώπινο κεφάλι. Γυρίζει δεξιά και αριστερά και παρατηρεί με προσοχή μέσα στα σκοτάδι. Τραβιέται μέσα και πάλι ξαναφαίνεται και κοιτάζει με προσοχή.
-Ελάτε, δεν είναι κανένας, ακούεται χαμηλή φωνή.
Τρεις σκιές, η μια μεγάλη και οι δύο μικρότερες, βγήκανε στο δρόμο.
-Πάμε γρήγορα, ψιθύρισε ο ψηλός άντρας πάμε γρήγορα, γιατί αργήσαμε και θα μας περιμένει. Σκέπασε το πρόσωπο με το μαντήλι σου, Εσμέ! Ρεσίτ, δός μου το χέρι σου!
Περπατούσανε κι οι τρεις σιωπηλοί στο σκοτάδι. Μόλις όμως έστριψαν το στενό σοκάκι, βρήκανε μια γριά, που κρατούσε στο χέρι της αναμμένη λαμπάδα. Περπατούσε με κόπο, γιατί ήταν πολύ γριά. Και φρόντιζε με το αδειανό χέρι να προφυλάξει τη λαμπάδα της από τον αέρα, για να φέρει στο σπίτι το φως της Αναστάσεως, που πήρε από την εκκλησιά.
Όταν είδαν το φως της λαμπάδας οι τρεις νυχτερινοί διαβάτες, γύρισαν αλλού το κεφάλι τους, για να μην γνωριστούν. Του κάκου όμως. Η γριά σήκωσε τη λαμπάδα της και τους φώτισε.
-Πολλά τα έτη σας, Μεχμέτ Μπέη! είπε η γριά.
-Καλημέρα, κυρά, αποκρίθηκε εκείνος, και του χρόνου! Και τράβηξε το δρόμο του.
Η γριά τους κοίταξε από κοντά, ώσπου τους έχασε από τα μάτια της.
«Περίεργο πράγμα!» είπε με το νου της. «Που να πάνε τέτοια ώρα ο Μεχμέτ μπέης με τη χανούμισα και το γιό του; Χριστέ μου, δεν κάνεις το θάμα σου να γλιτώσουν οι Χριστιανοί από έναν Τούρκο;»
Βυθισμένη στο σκοτάδι ήταν και η εκκλησία του Αγίου Μηνά. Εδώ και λίγη ώρα, χιλιάδες κεριών τη φώτιζαν χιλιάδες Χριστιανών στην αυλή της έψαλλαν χαρμόσυνα το «Χριστός Ανέστη». Τώρα έμεινε μόνο το άρωμα του λιβανιού και των κεριών. Και μόνο το καντήλι, που έκαιε μπροστά στην ασημένια εικόνα της Παναγίας, θαμπόφεγγε. Παντού βασίλευε απόλυτη σιγή.
Δύο χτύποι ακούστηκαν στην εξώθυρα. Από ένα στασίδι σηκώνεται κάποιος και τρέχει ν’ ανοίξει ήταν ο παπάς του Αγίου Μηνά.
Οι τρεις νυχτερινοί διαβάτες μπαίνουν αθόρυβα στην εκκλησία και φιλούν το χέρι του παπά. Σφαλίζουν καλά την πόρτα, προχωρούν ευλαβικά στο εικονοστάσι, γονατίζουν και κάνουν το σταυρό τους. Ο παπα-Γρηγόρης μπαίνει από τη δεξιά πόρτα στο ιερό, ανοίγει την Ωραία Πύλη και λέει στο μικρότερο από τους τρείς:
-Έλα, παιδί μου, να με βοηθήσεις! Και του δίνει μια μικρή λαμπάδα, που την άναψε από το ακοίμητο φως, που είναι πάνω στην Άγια Τράπεζα.
Ο παπα-Γρηγόρης φόρεσε το χρυσοκέντητο πετραχήλι του, πήρε με βαθύ σεβασμό το Δισκοπότηρο και πλησίασε στην Ωραία Πύλη. Μπροστά του στέκεται το συμπαθητικό τουρκόπαιδο, ωχρό, συγκινημένο, με τη λαμπάδα στο χέρι.
-Πλησιάστε, είπε ο παπάς στους άλλους δύο.
Πρώτα πλησίασε η γυναίκα, τριάντα έως τριανταπέντε χρονών. Ήταν ωχρή και βαθιά συγκινημένη. Τη στιγμή που ανέβαινε τα σκαλοπάτια του ιερού, χρειάστηκε να την υποστηρίξει ο Μεχμέτ μπέης, για να μην πέσει. Τα μεγάλα μαύρα μάτια της ήταν δακρυσμένα.
-«Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού Μαρία, εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», είπε ο παπάς μ’ επισημότητα και της έδωσε την Άγια Μετάληψη.
Δύο μεγάλα δάκρυα κύλησαν στο πρόσωπο την σεμνής εκείνης γυναίκας κι ακούστηκε να ψιθυρίζει: «Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου».
Πήρε έπειτα η γυναίκα τη λαμπάδα στο χέρι της κα πλησίασε το παιδί.
-«Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού Νικόλαος». επανάλαβε ο παπάς, κοιτάζοντας στοργικά το συμπαθητικό παιδί.
Τώρα ήρθε η σειρά του Μεχμέτ. Ανεβαίνει με θάρρος και πλησιάζει τον παπά. Το φως της λαμπάδας τρέμει, γιατί τρέμουνε και τα χέρια της Μαρίας.
-«Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού Εμμανουήλ, εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», λέει για τρίτη φορά ο παπάς, δακρύζοντας τώρα κι αυτός.
-Αμήν. Είπε με βαθιά φωνή ο μυστικός Χριστιανός.
Σε λίγα λεπτά οι τρεις σκιές χάνονται και πάλι στους σκοτεινούς δρόμους του Ηρακλείου και βιαστικά γυρίζουν στο σπίτι τους. Αυτή τη φορά δε βρέθηκε καμιά γριά στο δρόμο να τους γνωρίσει με το φως της λαμπάδας και να ξαναπεί:
-Θεέ μου, δεν κάνεις το θάμα σου, για να σωθούν από έναν κακό Τούρκο οι Χριστιανοί;
Μόνο ο παπα-Γρηγόρης ήξερε, ότι ο Μεχμέτ μπέης ήτανε Χριστιανός, πιο πολύ πιστός από πολλούς, που λέγονται μονάχα Χριστιανοί.
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: Αξίζει να διαβάσεις
Μπροστά στον άδειο σου Σταυρό
δυο λέξεις ψάχνω να Σου πω
σαν μια υπόσχεση πριν την Ανάστασή Σου:
Είμαι μαζί Σου, είμαι για πάντα μαζί Σου!...
(Γ. Βερίτης)
Μες στη γλυκιά προσμονή της Αναστάσεώς Σου,
καθώς περιμένουμε το "Δεῦτε λάβετε Φῶς",
δέξου, Κύριε, την υπόσχεσή μας
και ευλόγησε την πρόθεσή μας
να πορευτούμε πλέον στη ζωή
μέσα στο Φως Σου,
με οδηγό και προορισμό το Φως Σου!
Καλή Ανάσταση σε όλα!
- Πληροφορίες
- Κατηγορία: Αξίζει να διαβάσεις
Ρωγμές παντού, σ’ όλη τη γη
μα όχι στην καρδιά μου...
όταν το πνεύμα άφηνες
Θεέ και Βασιλιά μου!
Όχι πως δεν κλονίστηκα
νεκρό να σ’ αντικρίσω...
μα ‘ναι μεγάλη υπόθεση
να πω: «θα Σ’ αγαπήσω»!
Από τους δύο ληστές
ο ένας σώθηκε.
Μην απελπίζεστε.
Από τους δύο ληστές
ο ένας χάθηκε.
Μην επαναπαύεστε.
Α γ ω ν ί ζ ε σ τ ε!
(Ιερός Αυγουστίνος)